ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Δικαιο της Εταιρειας Περιορισμενης Ευθυνης (Ε.Π.Ε.) του ν. 3190/1955 (Α' 91)

(Επικαιροποιημένη νομοθεσία έως 28-04-2023)

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ  Α`

ΓΕΝΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 

Άρθρο 1.

 Έννοια.

 

1. Επί της εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης διά τας εταιρικάς υποχρεώσεις ευθύνεται μόνον η εταιρεία διά της περιουσίας αύτης.

 

2. Τα εταιρικά μερίδια δεν δύνανται να παρασταθώσι διά μετοχών.

 

Άρθρο 2

 Επωνυμία

 

1. Η επωνυμία της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης σχηματίζεται είτε από το όνομα ενός ή περισσότερων εταίρων είτε από το αντικείμενο της δραστηριότητας που ασκεί είτε από άλλες λεκτικές ενδείξεις. Η επωνυμία της εταιρείας μπορεί να αποδίδεται ολόκληρη ή εν μέρει με λατινικούς χαρακτήρες.

 

2. Στην επωνυμία της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης πρέπει να περιέχονται σε κάθε περίπτωση ολογράφως οι λέξεις “Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης” ή το ακρωνύμιο “Ε.Π.Ε.”. Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως “Limited Liability Company” και το ακρωνύμιο ως “L.L.C.” ή “LTD”

 

3. Αν η εταιρεία είναι μονοπρόσωπη, στην επωνυμία πρέπει να περιέχονται οι λέξεις “Μονοπρόσωπη Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης” ή “Μονοπρόσωπη Ε.Π.Ε.”. Για τις διεθνείς συναλλαγές, οι ανωτέρω λέξεις εκφράζονται ως “Single Member Limited Liability Company” ή “Single Member L.L.C.” ή “Single Member LTD”.

 

 Άρθρο 3.

 Αντικείμενον.

 

1. Η Εταιρεία  περιωρισμένης  ευθύνης  είναι  εμπορική και αν ο σκοπός αύτης δεν είναι εμπορική επιχείρησις.

 

2. Απογορεύεται εις τας εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης η άσκησις επιχειρήσεων δι` ας έχει ορισθή  υπό  του  νόμου  έτερος  αποκλειστικώς  εταιρικός τύπος.

 

Άρθρο 4.

 Εταιρικόν κεφάλαιον.

 

 1. Το κεφάλαιο της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης καθορίζεται από τους εταίρους χωρίς περιορισμό. Σχηματίζεται είτε από μετρητά είτε από εισφορές σε είδος, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 5.

 

2. Κάθε εταίρος μετέχει στην εταιρεία μόνον με μία μερίδα συμμετοχής και με περισσότερα εταιρικά μερίδια, τα οποία αποτελούν την μερίδα συμμετοχής του, αν η εισφορά του είναι πολλαπλάσια του ελάχιστου ποσού της μερίδας συμμετοχής σύμφωνα με το καταστατικό.

 Τα εταιρικά μερίδια έχουν ονομαστική αξία ενός (1) τουλάχιστον ευρώ. Η ονομαστική αξία είναι ίση για όλα τα εταιρικά μερίδια.

 

3. Για τις εισφορές σε είδος εάν η αποτίμηση της εισφοράς είναι κατώτερη της οριζόμενης στο καταστατικό ή πολλαπλάσιου αυτής συμπληρώνεται με ευρώ μέχρι τα ποσά αυτά.

 

4. Σε περίπτωση αύξησης ή μείωσης του εταιρικού κεφαλαίου, αυξάνονται ή μειώνονται αναλόγως τα ποσά των παραγράφων 2 και 3.

 

5. Σε κάθε έντυπο της εταιρείας υποχρεωτικά αναφέρονται η επωνυμία, το εταιρικό κεφάλαιο, ο αριθμός Γ.Ε.ΜΗ., η έδρα της εταιρείας, καθώς και αν βρίσκεται υπό εκκαθάριση.

 

Άρθρον 5.

Εισφοραί εις είδος.

 

 1. Οι εισφορές σε είδος επιτρέπονται, μόνο αν το εισφερόμενο στοιχείο αποτελεί περιουσιακό αγαθό το οποίο είναι δεκτικό χρηματικής αποτίμησης.

 

2. Η αποτίμησις  της  αξίας  των  εις  είδος  εισφορών κατά την σύστασιν της εταιρείας ως και κατά πάσαν αύξησιν του  κεφαλαίου  αυτής  γίνεται  κατά  τας  διατάξεις του νόμου 2190 “περί Ανωνύμων Εταιρειών”  (1) ως ούτος ετροποποιήθη μεταγενεστέρως αναλόγως εφαρμοζόμενος.

 

3. Η διάταξις της  προηγουμένης  παραγράφου  εφαρμόζεται  και  προκειμένου   περί   κτήσεως   υπό  της  εταιρείας,  επί  σκοπώ  παγίας  εκμεταλλεύσεως ακινήτων ή άλλων αντικειμένων εφόσον οι  μεταβιβάζοντες  είναι  εταίροι ή διαχειρισταί ή συγγενείς αύτων μέχρι και του δευτέρου  βαθμού. Εν περιπτώσει μη τηρήσεως  της  διατάξεως  ταύτης  η  σύμβασις είναι ως προς την εταιρείαν άκυρος.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β`.

ΣΥΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ.

 

Άρθρο 6

 Περιεχόμενο της εταιρικής σύμβασης και  σύσταση

 

1. Η εταιρική σύμβαση καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο ή με πρότυπο καταστατικό, σύμφωνα με το άρθρο 9 του ν. 4441/2016 (Α’ 227).

 

2. Η εταιρική σύμβαση πρέπει να περιέχει:

 α) Το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, το επάγγελμα, τη διεύθυνση κατοικίας, την ηλεκτρονική διεύθυνση, τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου (Α.Φ.Μ.) και τον αριθμό δελτίου ταυτότητας (Α.Δ.Τ.) ή διαβατηρίου των εταίρων,

 β) την εταιρική επωνυμία,

 γ) την ιδιότητα της εταιρείας ως περιορισμένης ευθύνης,

 δ) την έδρα της εταιρείας. Ως έδρα ορίζεται δήμος της Ελληνικής Επικράτειας,

 ε) τον σκοπό της εταιρείας,

 στ) τη διάρκεια της εταιρείας,

 ζ) το κεφάλαιο της εταιρείας, τη μερίδα συμμετοχής, τα περισσότερα εταιρικά μερίδια κάθε εταίρου και βεβαίωση των ιδρυτών για την καταβολή του κεφαλαίου,

 η) το αντικείμενο των εισφορών σε είδος, την αποτίμηση αυτών και το όνομα του εισφέροντος, καθώς και το σύνολο της αξίας των εισφορών σε είδος,

 θ) τον τρόπο διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας.»

 

3. Συμφωνίες μεταξύ των εταίρων: α) περί συμπληρωματικών εισφορών, β) περί άλλων παρεπόμενων παροχών αυτών, που δεν αποτελούν εισφορά σε χρήμα ή σε είδος, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στην παρ. 1 του άρθρου 5, γ) περί απαγόρευσης του ανταγωνισμού στους εταίρους, δ) περί απαγόρευσης της μεταβίβασης ή της μεταβίβασης υπό ορισμένες προϋποθέσεις του εταιρικού μεριδίου και δ) περί λύσης της εταιρείας για λόγο που δεν προβλέπεται από τον νόμο, είναι ισχυρές εφόσον περιλήφθηκαν στο έγγραφο σύστασης της εταιρίας. Στο καταστατικό μπορούν επίσης να περιληφθούν διατάξεις περί ελέγχου της διαχείρισης της εταιρείας.

 

4. Η εταιρεία περιορισμένης ευθύνης αποκτά νομική προσωπικότητα με την εγγραφή της στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), σύμφωνα με το άρθρο 93 του ν. 4635/2019 (Α’ 167).

 

Άρθρο 6Α

Διάρκεια εταιρείας

 

1. Η διάρκεια της εταιρείας είναι ορισμένου χρόνου ή αόριστη.

 

2. Αν η διάρκεια της εταιρείας είναι ορισμένου χρόνου, αυτή ορίζεται στο καταστατικό και αποδίδεται σε έτη.

 

3. Η διάρκεια της εταιρείας είναι αόριστη, εφόσον: α) έχει οριστεί ρητά στο καταστατικό ως αόριστη,

 β) έχει παρέλθει ο χρόνος διάρκειας που έχει οριστεί στο καταστατικό και οι εταίροι δεν αποφασίσουν τη λύση της εταιρείας ή εφόσον πρόκειται για διμελή εταιρεία, ο ένας εκ των εταίρων που κατέχει τουλάχιστον το πενήντα τοις εκατό (50%) των εταιρικών μεριδίων δεν επιδώσει στον άλλο εταίρο, εντός του τελευταίου εξαμήνου της διάρκειας που έχει οριστεί στο καταστατικό, έγγραφη δήλωση ότι επιθυμεί τη λύση της εταιρίας με την πάροδο του χρόνου της διάρκειάς της.

 

Άρθρο 7.

Ακυρότητα

 

1. Η Εταιρεία κηρύσσεται άκυρη με δικαστική απόφαση μόνον αν: «α) έχει συσταθεί κατά παράβαση της παραγράφου 1 και των περιπτώσεων β`, ε`, ζ` και η` της παραγράφου 2 του άρθρου 6.».

 β) Ο σκοπός της είναι παράνομος ή αντίκειται στη δημόσια τάξη, και

 γ) όλοι οι ιδρυτές, όταν υπογράφτηκε εταιρική σύμβαση, δεν είχαν την

ικανότητα για δικαιοπραξία.

 

2. Η αγωγή ασκείται από κάθε πρόσωπο που έχει έννομο συμφέρον και απευθύνεται κατά της Εταιρείας. Το Δικαστήριο που απαγγέλλει την ακυρότητα διορίζει με την ίδια απόφαση και τους εκκαθαριστές.

 

3. Η δικαστική απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα της εταιρείας υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8. Η απόφαση αυτή αντιτάσσεται προς τρίτους, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 16 του ν. 3419/2005. Τριτανακοπή μπορεί να ασκηθεί μέσα σε έξι (6) μήνες από την υποβολή της απόφασης στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.

 

4. Οι λόγοι ακυρότητας που αναφέρονται στην παράβαση των διατάξεων για την επωνυμία και το σκοπό της Εταιρείας, θεραπεύονται αν, μετά από συμφωνία όλων των εταίρων, συμπληρωθεί η εταιρική σύμβαση με συμβολαιογραφική πράξη και υποβληθεί στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.

 

5. Πράξεις που πραγματοποιήθηκαν στο όνομα της άκυρης Εταιρείας παραμένουν ισχυρές. Οι εταίροι που είναι υπαίτιοι για την ακυρότητα ευθύνονται απεριόριστα και σε ολόκληρο απέναντι στους αναίτιους εταίρους και στους τρίτους γα κάθε ζημία που προέκυψε από την Ακυρότητα.

 

Άρθρο 8

 Δημοσιότητα

 

 

1. Για τα στοιχεία και τις πράξεις της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης για τα οποία προβλέπεται υποχρέωση δημοσιότητας, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν. 3419/2005.

 

2. Για τα αποτελέσματα της εγγραφής της εταιρείας στο Γ.Ε.ΜΗ. και των καταχωρίσεων σε αυτό ισχύουν τα άρθρα 15 και 16 του ν. 3419/2005.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ`.

ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ.

 

 Άρθρο 10.

Σύγκλησις της συνελεύσεως

 

1. Αι αποφάσεις των εταίρων λαμβάνονται εν συνελεύσει.

 

2. Η συνέλευση συγκαλείται υποχρεωτικά μία (1) τουλάχιστον φορά κάθε έτος το αργότερο έως τη δεκάτη (10η) ημερολογιακή ημέρα του ένατου μήνα μετά τη λήξη της εταιρικής χρήσης. Αν η συνέλευση δεν συγκληθεί από τους διαχειριστές μέσα στην ανωτέρω προθεσμία, η σύγκληση γίνεται από οποιονδήποτε εταίρο, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 11.

 

3. Η σύγκληση της συνέλευσης γίνεται από το διαχειριστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του καταστατικού, σε κάθε περίπτωση πριν από οκτώ (8) τουλάχιστον μέρες. Η ημέρα της σύγκλησης και η ημέρα της συνέλευσης δεν υπολογίζονται στην προθεσμία αυτή. Η πρόσκληση των εταίρων είναι υποχρεωτικά προσωπική και γίνεται με κάθε κατάλληλο μέσο, περιλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail). Στην πρόσκληση αναγράφεται η ημέρα, η ώρα, ο τόπος, οι προϋποθέσεις για τη συμμετοχή των εταίρων και λεπτομερής ημερήσια διάταξη.

 

4. Αν όλοι οι εταίροι συμφωνούν, είναι δυνατή η σύγκληση συνέλευσης χωρίς την τήρηση των διατυπώσεων της παραγράφου 3. Εφόσον όλοι οι εταίροι είναι παρόντες και δεν υπάρχει αντίρρηση, λαμβάνονται έγκυρες αποφάσεις για κάθε θέμα αρμοδιότητας της συνέλευσης.».

 

5. Η συνέλευση μπορεί να συνέρχεται οπουδήποτε αναφέρεται στο καταστατικό, στο εσωτερικό ή το εξωτερικό. Αν δεν αναφέρεται ο τόπος αυτός, η συνέλευση μπορεί να συνέρχεται στην έδρα της εταιρείας ή και οπουδήποτε αλλού, αν συναινούν όλοι οι εταίροι.

 

6. Εφόσον προβλέπεται στο καταστατικό ή συναινούν όλοι οι εταίροι, η συνέλευση των εταίρων μπορεί να διεξαχθεί με τηλεδιάσκεψη. Κάθε εταίρος μπορεί να αξιώσει να διεξαχθεί η συνέλευση με τηλεδιάσκεψη ως προς αυτόν, αν κατοικεί σε άλλη χώρα από εκείνη όπου διεξάγεται η συνέλευση ή αν υπάρχει άλλος σπουδαίος λόγος, ιδίως ασθένεια ή αναπηρία.

 

Άρθρο 11

 Σύγκλησις συνελεύσεως υπό της μειονοψηφίας.

 

1. Εις ή  πλείονες  εταίροι,  εκπροσωπούντες  το  εν   εικοστόν  τουλάχιστον του εταιρικού κεφαλαίου δύνανται να ζητήσωσι την σύγκλησιν  εκτάκτου  συνελεύσεως  προσδιορίζοντες  το αντικείμενον των συζητητέων  θεμάτων

 

2. Μη συγκληθείσης της συνελεύσεως υπό των διαχειριστών ενός είκοσιν ημερών από της επιδόσεως της σχετικής αιτήσεως υπό των διαχειριστών εντός είκοσιν ημερών από της επιδόσεως της σχετικής αιτήσεως η σύγκλησις ενεργείται υπό των εν τη προηγουμένη παραγράφω εταίρων κατόπιν αποφάσεως του Προέδρου των Πρωτοδικών της έδρας της εταιρείας εκδιδομένης κατά την διαδικασίαν του άρθρου 634 τη  Πολιτικής Δικονομίας.

 

Άρθρο 12.

 Δικαίωμα ψήφου

 

1. Έκαστος εταίρος έχει δικαίωμα μιας τουλάχιστον ψήφου εν τη συνελεύσει. Εάν έχη πλείονα εταιρικά μερίδια ο αριθμός των ψήφων είναι ανάλογος του αριθμού αυτών.

 

2. Το δικαίωμα ψήφου δεν δύναται να ασκηθή υπό του εταίρου προκειμένου περί λήψεως αποφάσεων αναφερομένων εις την απαλλαγήν αυτού από της ευθύνης ή εις την έγερσιν αγωγής κατ` αυτού κατά την διάταξιν του άρθρου 14 παρ. 2 του παρόντος νόμου.

 

 Άρθρο 13.

Λήψις αποφάσεων

 

Μη ορίζοντος άλλως του παρόντος νόμου αι αποφάσεις της συνελεύσεως λαμβάνονται διά πλειονοψηφίας πλέον του ημίσεος  του  όλου αριθμού των εταίρων, εκπροσωπούντων πλέον του ημίσεος του όλου εταιρικού κεφαλαίου.

 

Άρθρο 14

 Αρμοδιότης της συνελεύσεως

 

1. Η συνέλευσις των  εταίρων  είναι  το  ανώτατον  όργανον  της εταιρείας  και  δικαιούται  να αποφασίζη επί πάσης εταιρικής υποθέσεως των αποφάσεων αυτής υποχρεουσών και απόντας ή διαφωνούντας εταίρους.

 

2. Η συνέλευσις των εταίρων είναι μόνη αρμόδια να αποφασίζη:

 α) Περί των τροποποιήσεων του καταστατικού. β) Περί του διορισμού και της ανακλήσεως  των  διαχειριστών, ως  και  περί  απαλλαγής  αυτών από της ευθύνης. γ) Περί εγκρίσεως του ισολογισμού και διαθέσεως  των  κερδών.

 δ) Περί  εγέρσεως  αγωγής  κατά  των οργάνων της εταιρείας ή των κατ` ιδίαν εταίρων δι` αξιώσεις της εταιρείας κατ`  αυτών  επί  αποζημιώσει απορρεούσας  εκ  πράξεων  ή  παραλείψεων  κατά την σύστασιν ή κατά την λειτουργείαν της εταιρείας.

 «ε) περί παράτασης της διαρκείας της εταιρείας, περί συγχώνευσής της, περί λύσης και διορισμού ή ανάκλησης των εκκαθαριστών και περί αναβίωσης,».

στ) Περί  πάσης  άλλης   περιπτώσεως  οριζομένης εν τω παρόντι νόμω.

 

Άρθρο 15.

Προσβολή των αποφάσεων της συνελεύσεως

 

1. Οι διαχειρισταί και πας εταίρος έχουσι το δικαίωμα να προσβάλωσι τας αποφάσεις της συνελεύσεως ενώπιον του Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας, εάν αι αποφάσεις αύται ελήφθησαν και παράβασιν του νόμου ή του καταστατικού.

 

2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον αγωγή απευθύνεται κατά της εταιρείας ασκείται δε εντός προθεσμίας τριών μηνών από της αποφάσεως.

 

3. Εάν η  απόφασις προσβάλλεται υπό των διαχειριστών, ο Πρόεδρος

 των Πρωτοδικών της έδρας της εταιρείας διορίζει προσωρινόν  εκπρόσωπον της εταιρείας διά την διεξαγωγήν της δίκης.

 

4. Η απαγγέλουσα την ακυρότητα δικαστική απόφασις ισχύει έναντι παντός εταίρου και των διαχειριστών.

 

Άρθρο 16.

Διαχείριση και εκπροσώπηση

 

Η διαχείρισις  των  εταιρικών  υποθέσεων  και  η εκροσώπησις της εταιρείας ανήκει, εάν δεν συνεφωνήθη  άλλως, εις  όλους  τους  εταίρους δρώντας συλλογικώς

 

Άρθρο 17

Διορισμός διαχειριστών

 

1. Διά του  καταστατικού  ή  δι`  αποφάσεως της συνελεύσεως των εταίρων, Η διαχείρησις των εταιρικών υποθέσεων και  η  εκροσώπησις  της  εταιρείας δύναται να ανατεθή εις ένα η πλείονας εταίρους ή μη εταίρους  επί ωρισμένον χρόνον ή μη.

 

2. Εάν η κατά την προηγουμένην παράγραφον διαχείρησις ανετέθη εις πλείονας και δεν ωρίσθη άλλως οι διαχειρισταί δρώσι συλλογικώς.

 

3. Η απόφαση της Συνέλευσης για το διορισμό των διαχειριστών, στην οποία απαραίτητα πρέπει να αναφέρεται αν οι διαχειριστές αυτοί δεσμεύουν την εταιρεία όταν ενεργούν μεμονωμένα ή από κοινού, υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητα του αρθρου 8. Στη δημοσιότητα αυτή υποβάλλεται επίσης η με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαχείρισης ως προς ένα ή περισσότερους διαχειριστές. Ελάττωμα ως προς το διορισμού των διαχειριστών δεν αντιτάσσεται στους καλόπιστους τρίτους, εφόσον τηρήθηκαν οι σχετικές με το διορισμό τους διατυπώσεις δημοσιότητας”.

 

4. Απαγορεύσεις που αφορούν συμμετοχή δημόσιων υπαλλήλων ή μελών ΔΕΠ ή άλλων επαγγελματιών στη σύσταση ή τη διαχείριση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ισχύουν, όπως ορίζεται στις σχετικές διατάξεις.

 

Άρθρο 18

Εξουσία των διαχειριστών

 

1. Οι διαχειριστές εκπροσωπούν την Εταιρεία και ενεργούν στο όνομά της κάθε πράξη που καλύπτεται από το σκοπό της εταιρείας.

Πράξεις των διαχειριστών, ακόμη κα αν είναι εκτός του εταιρικού σκοπού, δεσμεύουν την Εταιρεία απέναντι στους τρίτους, εκτός αν η Εταιρεία αποδείξει ότι ο τρίτος γνώριζε την υπέρβαση του εταιρικού σκοπού ή όφειλε να τη γνωρίζει. Δε συνιστά απόδειξη μόνη η τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας ως προς το Καταστατικό ή τις τροποποιήσεις του.

Περιορισμοί της εξουσίας των διαχειριστών της Εταιρείας, που προκύπτουν από το Καταστατικό ή από απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, δεν αντιτάσσονται στους τρίτους, ακόμη και αν έχουν υποβληθεί στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8″.

 

Άρθρο 19

 Ανάκληση και παραίτηση διαχειριστών

 

1. Ο διαχειριστής που είτε ασκεί καταστατική διαχείριση είτε έχει οριστεί με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, ανακαλείται με απόφαση των εταίρων που λαμβάνεται με την πλειοψηφία του άρθρου 13, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στο καταστατικό. Αν η διαχείριση έχει ανατεθεί για ορισμένο χρόνο, το καταστατικό μπορεί να ορίζει και τους λόγους ανάκλησης. Στην περίπτωση αυτή η ανάκληση γίνεται με την επιφύλαξη τυχόν αξίωσης για αποζημίωση.

 

2. Ο εταίρος που ασκεί τη νόμιμη διαχείριση του άρθρου 16 μπορεί να ανακληθεί με δικαστική απόφαση, εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος και απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.

 

3. Αν οι εταίροι είναι δύο (2) σε περίπτωση διαφωνίας, η διαχείριση μπορεί να ανακληθεί από το δικαστήριο μόνο για σπουδαίο λόγο, χωρίς να απαιτείται απόφαση της συνέλευσης των εταίρων.

 

4. Ύστερα από αίτηση του ενός δεκάτου (1/10) των εταίρων που συγχρόνως εκπροσωπούν το ένα δέκατο (1/10) του συνολικού αριθμού των εταιρικών μεριδίων και εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος, το δικαστήριο μπορεί να ανακαλεί το διαχειριστή.

 

5. Συμφωνία για μη ανάκληση από το δικαστήριο για σπουδαίο λόγο είναι άκυρη. Σε περίπτωση επείγοντος αποφασίζει προσωρινά το Μονομελές Πρωτοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

 

6. Ο διαχειριστής, ο οποίος έχει οριστεί για ορισμένο χρόνο μπορεί να παραιτηθεί για λόγους που είτε προβλέπονται στο καταστατικό είτε για σπουδαίο λόγο. Άλλως, μπορεί να παραιτηθεί οποτεδήποτε.

 

7. Για την εφαρμογή των παραγράφων 2, 3, 4 και 6 ως σπουδαίος λόγος νοείται ιδίως η σοβαρή παράβαση καθηκόντων ή η ανικανότητα προς τακτική διαχείριση.

 

Σε περίπτωση ανάκλησης του διαχειριστή, καθώς και σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης ή έκπτωσής του για άλλο λόγο, ο νέος διαχειριστής διορίζεται με τη διαδικασία που προβλέπεται στο καταστατικό. Το καταστατικό μπορεί να προβλέπει τη συνέχιση της διαχείρισης από τους λοιπούς διαχειριστές χωρίς αντικατάσταση.

Αν οι εταίροι δεν προβούν σε εκλογή διαχειριστή και το καταστατικό δεν περιέχει σχετικές προβλέψεις, ισχύει η διαχείριση του άρθρου 16.».

 

Άρθρο 20.

Απαγόρευσις ανταγωνισμού

 

1. Ο διαχειριστής δεν δικαιούται να ενεργή  δι`  ίδιον  ή  διά  λογαριασμόν άλλου πράξεις αναγομένας εις τον σκοπόν της εταιρείας ουδέ να είναι εταίρος ομορρύθμου ή ετερορρύθμου εταιρείας ή εταίρος εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης επιδιωκούσης τον αυτόν σκοπόν άνευ αποφάσεως όλων των εταίρων λαμβανομένης εν συνελεύσει.

 

2. Το καταστατικόν δύναται να περιλαμβάνη διάταξιν επεκτείνουσαν την εν τη προηγουμένη παραγράφω απαγόρευσιν και επί των εταίρων.

 

3. Εν παραβάσει των  ανωτέρω  διατάξεων  η εταιρεία δύναται να ζητήση αποζημίωσιν ή αντ`  αυτής  να  απαιτήση  προκειμένου μεν περί πράξεων γενομένων δι` ίδιον του διαχειριστού ή του εταίρου λογαριασμόν όπως θεωρηθώσιν  αι  πράξεις  ως  ενεργηθείσαι  διά  λογαριασμόν της εταιρείας, προκειμένου δε περί πράξεων γενομένων διά λογαριασμόν άλλου όπως  δοθή  εις  την  εταιρείαν η εκ της μεσολαβήσεως αμοιβή ή εκχωρηθή προς αυτήν η επί της αμοιβής απαίτησις.

 

4.Αι  κατά την προηγουμένην παράγραφον απαιτήσεις της εταιρείας παραγράφονται μετά εξ μήνας αφ` ης ανεκοινώθησαν  εις  την  συνέλευσιν των εταίρων αι ως άνω πράξεις εν πάση δε περιπτώσει μετά πέντε έτη αφ`ης ετελέσθησαν.

Άρθρο 21

 Υπογραφή διαχειριστών

  1. 1. Για κάθε πράξη διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας αρκεί η υπογραφή διαχειριστή, το ονοματεπώνυμό του, η αναφορά της ιδιότητάς του και ο κωδικός αριθμός καταχώρισης (Κ.Α.Κ.) της πράξης διορισμού διαχειριστή στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), χωρίς να απαιτείται χρήση της εταιρικής σφραγίδας.
  2. 2. Η απαίτηση εταιρικής σφραγίδας για την απόδειξη της εγκυρότητας πράξεων εκπροσώπησης ή διαχείρισης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, που είναι υπόχρεη εγγραφής στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.), από πιστωτικά ιδρύματα, οργανισμούς κοινής ωφέλειας ή άλλους ιδιωτικούς φορείς, απαγορεύεται και τιμωρείται με διοικητικό πρόστιμο χιλίων (1.000) έως δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τον αριθμό επαναλήψεων της παράβασης. Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται από το αρμόδιο όργανο της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή. Κατά της απόφασης επιβολής του διοικητικού προστίμου δύναται να ασκηθεί ενδικοφανής προσφυγή ενώπιον του Υπουργού Ανάπτυξης και Επενδύσεων εντός είκοσι (20) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης. Η επιβολή του διοικητικού προστίμου δεν αποκλείει την αναζήτηση αποζημίωσης από την εταιρεία από την οποία απαιτήθηκε η εταιρική σφραγίδα, για κάθε θετική ή αποθετική ζημία που της προκλήθηκε.»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ1`

 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΝΟΜΗ ΚΕΡΔΩΝ

 Άρθρο 22

 Σύνταξη, έλεγχος και δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων

  1. 1. Στο τέλος κάθε εταιρικής χρήσης με μέριμνα του διαχειριστή συντάσσονται οι ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, οι οποίες εγκρίνονται από τη συνέλευση των εταίρων. Η σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων βάσει των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων (Ε.Λ.Π.) γίνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014 (Α`251). Στις περιπτώσεις σύνταξης των οικονομικών καταστάσεων βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (Δ.Π.Χ.Α.) εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις των Ευρωπαϊκών Κανονισμών.
  2. 2. Εταιρείες περιορισμένης ευθύνης που είναι μητρικές, σύμφωνα με τα κριτήρια των παραγράφων 2 έως 9 του άρθρου 32 του ν. 4308/2014, υποχρεούνται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου με την επιφύλαξη του άρθρου 33 του ν. 4308/2014. Κατά τα λοιπά, για την ενοποίηση ισχύουν τα άρθρα 31 έως 34 του ν. 4308/2014. Οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις συντάσσονται με μέριμνα του διαχειριστή και ανακοινώνονται στη συνέλευση των εταίρων.
  3. 3. Για την κατάρτιση της έκθεσης διαχείρισης του ή των διαχειριστών, που απευθύνονται στη συνέλευση των εταίρων, εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 43α του κ.ν.2190/1920 (Α` 37/1963). Εφόσον η εταιρεία υποχρεούται στη σύνταξη ενοποιημένων οικονομικών καταστάσεων εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 107Α του κ.ν. 2190/1920. Εταιρείες που απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατάρτισης έκθεσης διαχείρισης και δεν παρέχουν τις πληροφορίες της παρ. 6 του άρθρου 43α του κ.ν. 2190/1920 στην ενοποιημένη έκθεση της μητρικής, περιλαμβάνουν αυτές τις πληροφορίες στο προσάρτημα.
  4. 4. Για τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του ν. 4336/2015 (Α` 94) και του ν. 4449/2017 (Α` 7).

 5. Για τη δημοσίευση των εγκεκριμένων ετήσιων οικονομικών καταστάσεων και των σχετικών εκθέσεων των διαχειριστών και των ελεγκτών της εταιρείας εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 43β του κ.ν. 2190/1920. Στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στην ενοποιημένη έκθεση διαχείρισης και στη γνώμη του νόμιμου ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου, όπου αυτή απαιτείται, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις για τη δημοσιότητα του άρθρου 8 και ισχύουν οι προθεσμίες της παρ. 1 του άρθρου 43β του κ.ν. 2190/1920. Για τη δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων συνταγμένων κατά τα Δ.Π.Χ.Α. εφαρμόζεται το άρθρο 135 του κ.ν. 2190/1920.

  1. 6. Για τις μεγάλες εταιρείες, όπως προσδιορίζονται στο άρθρο 2 του ν. 4308/2014, και τις οντότητες δημόσιου ενδιαφέροντος, κατά την έννοια του Παραρτήματος Α του ν. 4308/2014, που υποχρεούνται σε κατάρτιση έκθεσης πληρωμών προς κυβερνήσεις, εφαρμόζονται αναλόγως τα άρθρα 144 έως 146 του κ.ν. 2190/1920.».

Άρθρο 23

Έλεγχος ετήσιων λογαριασμών (ετήσιων οικονομικών καταστάσεων).

  1. 1. Με την επιφύλαξη της παρακάτω παραγράφου 2, για τον έλεγχο των οικονομικών καταστάσεων εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 36 κα, 37, καθώς και της παρ. 4 του άρθρου 43α, του Κωδ. Ν. 2190/1920 “περί Ανωνύμων Εταιρειών”, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν. Οι ελεγκτές ορίζονται από τη Συνέλευση των εταίρων και ο διορισμός τους υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.
  2. 2. Οι Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης που δεν υπερβαίνουν, κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού τους, τα αριθμητικά όρια των δυο από τα τρία κριτήρια της παρ. 6 του άρθρου 42α του Κωδ. Ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, απαλλάσσονται από την υποχρέωση ελέγχου των οικονομικών καταστάσεών τους, η οποία προβλέπεται από την προηγούμενη παρ. 1. Οι διατάξεις των παρ. 7 και 8 του άρθρου 42α του Κωδ. Ν.2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εφαρμόζονται αναλόγως.
  3. 3. Οι διαχειριστές των Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης που απαλλάσσονται από την υποχρέωση ελέγχου των οικονομικών καταστάσεών τους σύμφωνα με την προηγούμενη παρ. 2, στην περίπτωση που παραβαίνουν τις διατάξεις του άρθρου 22 τιμωρούνται με τις ποινές του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικα”.

 Άρθρο 24.

Αποθεματικόν κεφάλαιον

Ετησίως αφαιρείται το εικοστόν τουλάχιστον  των  καθαρών  κερδών

 προς σχηματισμόν αποθεματικού. Η αφαίρεσις αύτη παύει ούσα υποχρεωτική  όταν το αποθεματικόν φθάση το εν τρίτον του κεφαλαίου.

 «Πρόσθετα αποθεματικά μπορεί να προβλέπονται από το καταστατικό ή να αποφασίζονται από τους εταίρους με την πλειοψηφία της παραγράφου 1 του άρθρου 38.».

Άρθρο 24α

 Διανομή κερδών

  1. Αν δεν προβλέπεται διαφορετικά στο καταστατικό, οι εταίροι έχουν δικαιώματα επί των καθαρών κερδών που προκύπτουν από τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις ανάλογα με τα εταιρικά τους μερίδια.
  2. Αν πραγματοποιήθηκε διανομή μη πραγματικών κερδών, οι εταίροι που έλαβαν αυτά υποχρεούνται να τα αποδώσουν. Η αγωγή για την αναζήτηση αυτών παραγράφεται πέντε (5) έτη μετά την καταβολή αυτών.».

Άρθρο 25

 Τήρηση υποχρεωτικών βιβλίων από τους διαχειριστές

  1. Οι διαχειριστές υποχρεούνται να τηρούν στην ελληνική γλώσσα ηλεκτρονικά ή χειρόγραφα, τα εξής:

 α. το βιβλίο εταίρων στο οποίο καταχωρίζονται το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας (Α.Δ.Τ.), ο αριθμός φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ), η διεύθυνση, η ηλεκτρονική διεύθυνση και οι εισφορές κάθε εταίρου, καθώς και κάθε μεταβολή στα πρόσωπα των εταίρων,

 β. το βιβλίο πρακτικών συνελεύσεων στο οποίο καταχωρίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι εταίροι,

 γ. το βιβλίο πρακτικών διαχείρισης στο οποίο καταχωρίζονται οι αποφάσεις των διαχειριστών.».

Άρθρο 26.

Ευθύνη διαχειριστών

  1. 1. Οι διαχειρισταί ευθύνονται εις αποζημίωσιν εφ` όσον ενήργησαν από κοινού εις ολόκληρον, έναντι της εταιρείας, εκάστου των εταίρων και των τρίτων διά παραβάσεις του παρόντος νόμου και του καταστατικού ή διαπταίσματα περί την διαχείρισιν αυτών.
  2. 2. Η κατά την προηγουμένην παράγραφον αξίωσις  των  κατ`  ιδίαν εταίρων  και  των  τρίτων  δύναται να ασκηθή εφ` όσον η συνέλευσις των εταίρων απέρριψε πρότασιν περί εγέρσεως αγωγής εκ μέρους της εταιρείας, ή εφόσον δεν ελήφθη απόφασις της συνελεύσεως εντός ευλόγου χρόνου. Η αξίωσις παραγράφεται μετά πενταετίαν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ`.

 ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΩΝ

 Άρθρο 27.

Εταιρικόν μερίδιον

1.Το  εταιρικόν  μερίδιον  ή τα τυχόν πλείονα εταιρικά μερίδια εκάστου εταίρου αποτελούσι την μερίδα συμμετοχής αυτού.

  1. 2. Μόνον δι` ολόκληρον την μερίδα συμμετοχής δύναται να  εκδοθή έγγραφον  υπό  της  εταιρείας  όπερ  αποτελεί  απλώς απόδειξιν περί της εταιρικής  ιδιότητος.   Εν  τη  αποδείξει  δέον  να  αναγράφονται  διά  κεφαλαίων   στοιχείων   αι  λέξεις  “Απόδειξις  μη  φέρουσα  χαρακτήρα αξιογράφου”.
  2. 3. Εάν το εταιρικόν μερίδιον περιέλθη εις πλείονας δέον ούτοι να υποδείξωσιν εγγράφως προς  την  εταιρείαν  κοινόν  εκπρόσωπον.   Μη υποδειχθέντος τοιούτου εκπροσώπου αι προς ένα  εξ  αυτών ανακοινώσεις της εταιρείας επάγονται αποτελέσματα έναντι πάντων.
  3. Κατά την περίπτωσιν της προηγουμένης παραγράφου έκαστος των πλειόνων  ευθύνεται  εις  ολόκληρον  διά  τας  έναντι  της   εταιρείας υποχρεώσεις.

Άρθρο 28.

Μεταβίβασις του εταιρικού μεριδίου

1. Εκτός αντιθέτου διατάξεως  του  καταστατικού  και  υπό την  επιφύλαξιν  του  άρθρου  29  παρ.  1  το  εταιρικόν   μερίδιον   είναι μεταβιβαστόν διά πράξεως εν ζωή.

2. Εις το καταστατικόν δύναται να ορισθή ότι η μεταβίβασις του εταιρικού μεριδίου επιτρέπεται μόνον υπό ωρισμένας προϋποθέσεις  ιδία δε  ότι  επί  ίσοις  όροις  προτιμώνται  οι  εταίροι.  Εν τη τελευταία περιπτώσει, ασκουμένου του δικαιώματος προτιμήσεως υπό πλειόνων εταίρων συντρέχουσιν άπαντες κατά λόγον της συμμετοχής αυτών.

3. Η μεταβίβαση του εταιρικού μεριδίου γίνεται μόνο με συμβολαιογραφικό έγγραφο στο οποίο περιλαμβάνονται το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο, ο αριθμός φορολογικού μητρώου (ΑΦΜ), το επάγγελμα, η διεύθυνση κατοικίας, η ηλεκτρονική διεύθυνση, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας (Α.Δ.Τ.) ή διαβατηρίου αυτού στον οποίο γίνεται η μεταβίβαση. Η μεταβίβαση παράγει αποτελέσματα από την εγγραφή της στο βιβλίο των εταίρων του άρθρου 25. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του καταστατικού και του νόμου, η εγγραφή γίνεται με αίτηση του μεταβιβάζοντος ή του προς ον η μεταβίβαση με την προσκόμιση αντιγράφου της πράξης.

4. Η εταιρεία δεν δύναται κατ` ουδεμίαν περίπτωσιν να αποκτήση τα ίδια αυτής εταιρικά μερίδια.

Άρθρο 29

 Μεταβίβαση εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου.

1. Δεν μπορεί να προβλέπεται στο καταστατικό απαγόρευση μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου. Μπορεί να ορίζεται ότι το εταιρικό μερίδιο εξαγοράζεται στις περιπτώσεις αυτές από πρόσωπο το οποίο υποδεικνύεται από την εταιρεία είτε στην αξία που συμφωνείται μεταξύ των κληρονόμων και της εταιρείας είτε στο ύψος της πραγματικής του αξίας, η οποία προσδιορίζεται με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας, σύμφωνα με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο υπόδειξη από την εταιρεία μπορεί να γίνει μέσα σε ένα (1) μήνα από την εγγραφή της μεταβίβασης αιτία θανάτου στο βιβλίο εταίρων του άρθρου 25, με σχετική δήλωση προς τον κληρονόμο ή τον κληροδόχο.

Η δήλωσις κοινοποιείται και προς τους εταίρους οίτινες έχουσι δικαίωμα προτιμήσεως εν τη εξαγορά εάν δηλώσωσι τούτο εγγράφως προς την εταιρείαν εντός μηνός. Ασκουμένου  του δικαιώματος προτιμήσεως υπό πλειόνων εταίρων συντρέχουσιν άπαντες κατά λόγον της συμμετοχής αυτών.

3. Εν περιπτώσει μεταβιβάσεως του εταιρικού μεριδίου αιτία θανάτου η εις το κατά το άρθρον 25 βιβλίον των εταίρων εγγραφή γίνεται μετά την υπό του κληρονόμου ή του κληροδόχου προσαγωγήν προς την εταιρείαν των εγγραφών νομιμοποιήσεως αυτού.

4.Κατά της εν παρ.  1 αποφάσεως  του  Προέδρου  των  Πρωτοδικών επιτρέπεται έφεσις ενώπιον του Προέδρου των Εφετών εντός μηνός από της κοινοποιήσεως.

Άρθρο 30.

Κατάσχεσις εταιρικού μεριδίου

1. Το εταιρικόν μερίδιον είναι δεκτικόν κατασχέσεως μόνον αδεία του Προέδρου των Πρωτοδικών.

2. Η διάταξις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζεται και αν εν τω καταστατικώ ορίζηται ότι απαγορεύεται η μεταβίβασις του  εταιρικού μεριδίου.

3. Οι εταίροι δύνανται να υπερθεματίσωσι, προτιμώνται δε έναντι τρίτου προσφέροντος ίσον τίμημα. Εάν πλείονες εταίροι προσφέρουσι το αυτό τίμημα συντρέχουσιν άπαντες κατά λόγον της συμμετοχής αυτών.

4. Αι διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και επί πτωχεύσεως τινός ή τινών των εταίρων.

Άρθρο 31

1. Περιελθόντος εταιρικού μεριδίου εις εταίρον αυξάνει αναλόγως ο αριθμός των εταιρικών αυτού μεριδίων.

2. Η μεταβολή στο πρόσωπο εταίρου που γίνεται λόγω μεταβίβασης μεριδίου και η αύξηση ή μείωση του αριθμού των εταιρικών μεριδίων, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, υπόκεινται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8 μέσα σε ένα (1) μήνα από την εγγραφή στο βιβλίο των εταίρων του άρθρου 25.».

Άρθρο 32.

Δάνεια εταίρων προς την εταιρείαν

1.Απαγορεύονται  δάνεια υπό των εταίρων προς την εταιρείαν επί εμπραγμάτω ασφαλεία αγαθών  της  εταιρικής  περιουσίας. Η παρά την απαγόρευσιν ταύτην σύστασις εμπραγμάτου ασφαλείας είναι άκυρος.

2. Η υπό της εταιρείας εξόφλησις των προς αυτήν δανείων των εταίρων λογίζεται ως μη γενομένη εφόσον διά της εξοφλήσεως ταύτης ματαιούται, εν όλω ή εν μέρει, η ικανοποίησις των κατά τον χρόνον τούτον απαιτήσεων τρίτων.

3.Εν  περιπτώσει λύσεως της εταιρείας εξ οιουδήποτε λόγου πλην της κηρύξεως αυτής εις κατάστασιν πτωχεύσεως αι εκ δανείων  απαιτήσεις των  εταίρων  ικανοποιούνται  μετά  την εξόφλησιν των λοιπών χρεών της εταιρείας.

Άρθρο 33.

 Έξοδος εταίρου και αποκλεισμός εταίρου

 1. Κάθε εταίρος μπορεί να εξέλθει από την εταιρεία με δήλωσή του προς το διαχειριστή, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο καταστατικό. Στο καταστατικό μπορεί να ορίζεται επίσης ότι το εταιρικό μερίδιο θα εξαγοράζεται στην περίπτωση αυτή από πρόσωπο που υποδεικνύει η εταιρεία είτε στην αξία που συμφωνείται μεταξύ του αποχωρούντος εταίρου και της εταιρείας είτε στην πραγματική του αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

 1α. Κάθε εταίρος μπορεί να εξέλθει από την εταιρεία, με δήλωσή του προς τον διαχειριστή, εντός τριών (3) μηνών από την ημέρα κατά την οποία η διάρκειά της τρέπεται σε αόριστη σύμφωνα με την περ. β’ της παρ. 3 του άρθρου 6Α. Η ως άνω δυνατότητα δεν μπορεί να περιοριστεί από οποιαδήποτε πρόβλεψη του καταστατικού της εταιρείας. Το εταιρικό μερίδιο του αποχωρούντος εταίρου εξαγοράζεται στην περίπτωση αυτή από πρόσωπο που υποδεικνύει η εταιρεία είτε στην αξία που συμφωνείται μεταξύ του αποχωρούντος εταίρου και της εταιρείας, είτε στην πραγματική του αξία, όπως αυτή προσδιορίζεται με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας, κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

2. Πας εταίρος δύναται να εξέλθη της εταιρείας  ένεκα  σπουδαίου λόγου  κατόπιν  αποφάσεως  του  Προέδρου των Πρωτοδικών. Διά της αυτής αποφάσεως προσδιορίζονται  και  η  αξία  της  μερίδος  συμμετοχής  του εξερχομένου  εταίρου  κατ` ανάλογον εφαρμογήν του άρθρου 29 παρ. 1 και παρ. 4.

3. Υφισταμένου σπουδαίου λόγου το Δικαστήριον  αιτήσει  παντός διαχειριστού ή εταίρου δύναται να αποκλείση της εταιρείας τινά η τινάς των εταίρων εφ` όσον ελήφθη περί τούτου απόφασις της συνελεύσεως. Από της καταβολής εις τον αποκλειόμενον εταίρον της αξίας της μερίδος συμμετοχής αυτού προσδιοριζομένης κατά τα εν άρθρω 29 παρ. 1 και παρ.  4 οριζόμενα η εταιρεία συνεχίζεται μεταξύ των λοιπών.

Άρθρο 34.

Γνώσις πορείας των εταιρικών υποθέσεων

Πας εταίρος δικαιούται κατά το πρώτον δεκαήμερον, από της λήξεως εκάστου ημερολογιακού τριμήνου να λαμβάνη γνώσιν αυτοπροσώπως ή δι` αντιπροσώπου της πορείας των εταιρικών υποθέσεων και να εξετάζη τα βιβλία  και τα έγγραφα της εταιρείας. Δικαιούται επίσης, δαπάναις αυτού να λαμβάνη αποσπάσματα του βιβλίου των εταίρων και του βιβλίου πρακτικών συνελεύσεων περί ων το άρθρον 25. Αντίθετος διάταξις του καταστατικού είναι άκυρος.

Άρθρο 35.

Κερδών διανομή

1. Εκτός διαφόρου ρυθμίσεως  υπό  του  καταστατικού  οι  εταίροι  έχουσι  δικαίωμα  επί  των  εκ  του  ετησίου  ισολογισμού προκυπτόντων καθαρών κερδών, κατά λόγον των εισφορών αυτών.

2. Εάν εγένετο διανομή κερδών μη πραγματικών οι λαβόντες τοιαύτα εταίροι υποχρεούνται εις απόδοσιν. Η επί αναζητήσει αγωγή παραγράφεται μετά πέντε έτη από της καταβολής.

Άρθρο 36.

Συμπληρωματικαί εισφοραί

1. Εν τω καταστατικώ δύνανται να περιλαμβάνωνται διατάξεις περί συμπληρωματικών εισφορών των εταίρων πέραν των μεριδίων  αυτών αλλά  μόνον προς κάλυψιν ζημιών βεβαιωθεισών εν τω ισολογισμώ.

2. Αι περί συμπληρωματικών εισφορών διατάξεις του καταστατικού είναι ισχυραί μόνον εάν προσδιορίζηται και  το  μέγεθος  αυτών  εν  τω καταστατικώ  όπερ  εν  πάση περιπτώσει δεν δύναται να είναι μείζον του αρχικού κεφαλαίου.

3. Η απόφασις των εταίρων περί καταβολής συμπληρωματικών εισφορών λαμβάνεται διά της  εν   άρθρω   38   παρ.   1   πλειονοψηφίας.

4.Αι  συμπληρωματικαί  εισφοραί  καταβάλλονται  παρ`  όλων των εταίρων κατά  λόγον  της  συμμετοχής  εκάστου  αυτών  προσκλήσεως.   Η εκπλήρωσις  της υποχρεώσεως ταύτης των εταίρων δεν δύναται να γίνη διά συμψηφισμού.

Άρθρο 37.

Μη καταβολή συμπληρωματικών εισφορών

  1. 1. Μη καταβαλόντος  εταίρου  τινός  την  συμπληρωματικήν αυτού εισφοράν  εντός  της  προθεσμίας της παρ.  4 του προηγουμένου άρθρου ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών δικάζων κατά την διαδικασίαν  του  άρθρου  634 της Πολιτικής  Διοκονομίας αιτήσει της εταιρείας παντός διαχειριστού ή παντός εταίρου αποκλείει της εταιρείας τον μη καταβαλόντα και διατάσσει την εκποίησιν του εταιρικού μεριδίου. Η αίτησις εφόσον ασκείται υπό  διαχειριστού  ή  εταίρου  κοινοποιείται  και  προς  την εταιρείαν.
  2. 2. Η  εκποίησις ενεργείται υπό της εταιρείας διά λογαριασμόν του αποκλεισθέντος εταίρου μετά πάροδον δέκα ημερών  από  της  προς  αυτόν κοινοποιήσεως  της ως άνω αποφάσεως κατά τας διατάξεις περί εκποιήσεως τραπεζιτικού ενεχύρου αναλόγως εφαρμοζομένας.  Η διάταξις του άρθρου 30 παρ.  3 εφαρμόζεται και  εν  προκειμένω.

 Ετερος  τρόπος  εκποιήσεως επιτρέπεται  μόνον  συναινέσει  πάντων  των εταίρων  ως  και  του  μη καταβαλόντος.

  1. 3. Ο αποκλεισθείς εταίρος ευθύνεται έναντι της εταιρείας δια ην τυχόν  διαφοράν  μεταξύ  του επιτευχθέντος εκ της εκποιήσεως τιμήματος και της εισφοράς μετά των δαπανών εκποιήσεως.
  2. 4. Ο συνεπεία της ανωτέρω  εκποιήσεως  αποκτήσας  το  εταιρικόν μερίδιον  του αποκλεισθέντος εταίρου δεν υποχρεούται εις καταβολήν της οφειλομένης συμπληρωματικής εισφοράς.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε`.

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΣ

Άρθρο 38.

Γενικαί διατάξεις

 «1.α` Η τροποποίηση της εταιρικής σύμβασης γίνεται μόνο με απόφαση της συνέλευσης, η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία τουλάχιστον πλέον του ενός δευτέρου (1/2) του συνολικού αριθμού των εταίρων, οι οποίοι εκπροσωπούν τουλάχιστον το 65% του εταιρικού κεφαλαίου.».

[«β. Εταιρεία Περιορισμένης Ευθύνης μπορεί να μετατραπεί σε Ανώνυμη Εταιρία με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, που λαμβάνεται με πλειοφηφία των τριών πέμπτων (3/5) του συνολικού αριθμού των εταίρων, οι οποίοι εκπροσωπούν τα τρία πέμπτα (3/5) του εταιρικού κεφαλαίου, εφόσον με την ίδια απόφαση αποφασίζεται αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εταιρείας Περιορισμένης Ευθύνης ύψους τουλάχιστον διακοσίων χιλιάδων (200.000) ευρώ με αντίστοιχη τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας με τις ως άνω πλειοψηφίες. Σε αυτή την περίπτωση, τυχόν δεκαδικός αριθμός που προκύπτει σχετικά με την πλειοφηφία του αριθμού των εταίρων, στρογγυλοποιείται στην αμέσως επόμενη ακέραιη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι τουλάχιστον ίσο με το μισό της ή στην αμέσως προηγούμενη μονάδα, εφόσον το κλάσμα είναι μικρότερο του μισού της.]

  1. Επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 40 παρ. 4 η κατά την παρ. 1 του παρόντος άρθρου απόφασις δέον να περιβληθή  τον  τύπον  του συμβολαιογραφικού εγγράφου.
  2. Απόφασις λαμβανομένη συναινέσει πάντων των εταίρων απαιτείται προκειμένου  α)  περί  μεταβολής  της εθνικότητος της εταιρείας και β) περί επαυξήσεως των υποχρεώσεων των εταίρων ή της ευθύνης αυτών ως και περί μειώσεως των εκ του καταστατικού δικαιωμάτων αυτών εκτός αν άλλως ορίζηται εν τω παρόντι νόμω.

 “4. Κάθε τροποποίηση της εταιρικής σύμβασης μαζί με ολόκληρο το νέο κείμενο της σύμβασης υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας που ορίζει το άρθρο 8.  Πριν από την τήρηση των παραπάνω διατυπώσεων, η τροποποίηση δεν παράγει αποτελέσματα”.

«5. Ειδικά στις περιπτώσεις των άρθρων 19, 28, 29 και 33, το νέο κείμενο της εταιρικής σύμβασης καταρτίζεται από το διαχειριστή με συμβολαιογραφικό έγγραφο και υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8, χωρίς να απαιτείται η διαδικασία της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου και χωρίς να εφαρμόζεται το άρθρο 15 του ν. 3419/2005.».

 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Η`.

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΙΣ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΠΕΡΙΩΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ.

Άρθρο 54.

  1. 1. Διά την συγχώνευσιν εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης είτε διά συστάσεως νέας εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης είτε  διά  της απορροφήσεως υπό μιάς εταιρείας περιωρισμένης  ευθύνης άλλης ή άλλων εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης απαιτείται απόφασις των συνελεύσεων λαμβανομένη και την εν άρθρω 38 πλειονοψηφίαν.
  2. Η συγχώνευσις δύναται να γίνη μόνον μετά  πάροδον  δύο  μηνών από της  επιμελεία  των διαχειριστών δημοσιεύσεως άπαξ εις το κατά το άρθρον 8 παρ.  3  Δελτίον  και  δις  εις  μίαν  τουλάχιστον  ημερησίαν εφημερίδα εκδιδομένην εν τη έδρα των ενδιαφερομένων εταιρειών περιλήψεως των περί συγχωνεύσεως αποφάσεων των συνελεύσεων εφ`όσον εντός της προθεσμίας ταύτης ουδείς των πρό της τελευταίας δημοσιεύσεως δανειστών   των   ενδιαφερομένων   εταιρειών   διατυπώση  εγγράφως  τας αντιρρήσεις του.
  3. 3. Αιτήσει της ενδιαφερομένης εταιρείας δύναται ο Πρόεδρος των Πρωτοδικών, κατά την διαδικασίαν του άρθρου 634 της Πολτιτικής Δικονομίας δικάζων, να επιτρέψη την συγχώνευσιν παρά τας αντιρρήσεις των εν τη προηγουμένη παραγρ δανειστών εάν παρασχεθή εις αυτούς επαρκής ασφάλεια.

Άρθρο 55.

Σύμβασις περί συγχωνεύσεως

1.Η περί συγχωνεύσεως σύμβασις καταρτίζεται διά συμβολαιογραφικού εγγράφου εις το οποίον περιλαμβάνονται αι  ουσιώδεις και τον παρόντα νόμον διατάξεις.

2.Από της δημοσιεύσεως  κατά το άθρον 8 του παρόντος της περί συγχωνεύσεως συμβάσεως η νέα εταιρεία ή η εις ην  υπήχθη  άλλη εταιρεία υποκαθίσταται  αυτοδικαίως  εις  άπαντα εν γένει τα δικαιώματα και τας υποχρεώσεις της  συγχωνευθείσης  εταιρείας  της  τοιαύτης  μεταβιβάσεως  εξομοιουμένης προς καθολικήν διαδοχήν.

  1. Εις περίπτωσιν συγχωνεύσεως  Ανωνύμων Εταιρειών ως και Ασφαλιστικών  τοιούτων  εχουσών  κεφάλαιον  κάτω του ενός εκατομμυρίου δραχμών εφαρμόζονται αναλόγως αι διατάξεις των άρθρων 5, 6 και  7  του νόμου  2292/1953  “περί συγχωνεύσεως Ανωνύμων Τραπεζιτικών Εταιρειών”.
  2. Αι εκκρεμείς δίκαι συνεχίζονται υπό της νέας εταιρείας ή υπό της εις ην ηπήχθη η άλλη εταιρεία εφαρμοζομένης και εν προκειμένω της παρ. 4 του άρθρου 51 του παρόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ`.

Άρθρο 56.

Φορολογικαί διατάξεις

  1. 1. Ο εταίρος  διά το μερίδιον των κερδών του εκ του συνόλου των προκυψάντων κερδών της εταιρείας περιωρισμένης  ευθύνης και δια τον τυχόν  εξ αυτής κτώμενον μισθόν του ή άλλης οιασδήποτε φύσεως απολαύην του,  υπόκειται  εις  φόρον  Δ`  Κατηγορίας   των   καθαρών   προσόδων εφαρμοζομένων  αναλόγως  των  διατάξεων των σχετικών με την φορολογίαν των κερδών των ομορρύθμων εταίρων.
  2. Αι διατάξεις του Κώδικος περί τελών χαρτοσήμου αι προβλέπουσαι

 μειωμένον  φορολογικόν  συντελεστήν   διά   τας   ανωνύμους   εταιρείας

 εφαρμόζονται αναλόγως και επί των εταιρειών περιωρισμένης ευθύνης.

Άρθρο 57

 Εγκατάσταση στην Ελλάδα υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας με έδρα κράτος – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρας του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου

  1. 1. Η εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης κράτους- μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή χώρας του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου πραγματοποιείται με την εγγραφή του στο Γ.Ε.ΜΗ.
  2. 2. Η εγγραφή στο Γ.Ε.ΜΗ. πραγματοποιείται με αίτηση της ενδιαφερόμενης αλλοδαπής εταιρείας στην αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. με την υποβολή των εξής πράξεων και στοιχείων: α) απόφαση της αλλοδαπής εταιρείας για ίδρυση υποκαταστήματος στην Ελλάδα, β) ισχύον καταστατικό της αλλοδαπής εταιρείας, γ) πιστοποιητικό καλής λειτουργίας της αρμόδιας αρχής ή του εμπορικού μητρώου της χώρας προέλευσης, δ) συμβολαιογραφική ή προξενική πράξη διορισμού πληρεξούσιου αντιπροσώπου και αντικλήτου στην Ελλάδα.
  3. 3. O έλεγχος επωνυμίας πραγματοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 2 του ν. 3419/2005.
  4. 4. Η εγγραφή της παραγράφου 1 υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 8.
  5. 5. Αλλοδαπές εταιρείες μπορεί να εγκαταστήσουν περισσότερα του ενός υποκαταστήματα ή πρακτορεία, τα οποία εμπίπτουν στους κανόνες δημοσιότητας του άρθρου 6 του ν. 3419/2005.».

Άρθρο 58

 Εγκατάσταση στην Ελλάδα υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας τρίτης χώρας

  1. 1. Η εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου αλλοδαπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης τρίτης χώρας πραγματοποιείται με την εγγραφή αυτού στο Γ.Ε.ΜΗ. κατόπιν της έκδοσης απόφασης από την Διεύθυνση Εταιρειών της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης ή την αρμόδια Περιφερειακή Ενότητα (ΠΕ) για την έγκριση της εγκατάστασης υποκαταστήματος ή πρακτορείου τρίτης χώρας.
  2. 2. Απόφαση έγκρισης για την εγκατάσταση υποκαταστήματος ή πρακτορείου εταιρείας περιορισμένης ευθύνης τρίτης χώρας μπορεί να εκδοθεί μόνο εφόσον ημεδαπές εταιρείες δύνανται να εγκαταστήσουν υποκατάστημα ή πρακτορείο στην επικράτεια της τρίτης αυτής χώρας.
  3. Η ενδιαφερόμενη αλλοδαπή εταιρεία υποβάλλει στην αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ. τις πράξεις και τα στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 57, τα οποία προωθούνται στην αρμόδια ΠΕ προκειμένου να προβεί στην έκδοση της απόφασης της παραγράφου 2. Η αρμόδια ΠΕ αποστέλλει την απόφαση στην αρμόδια Υπηρεσία Γ.Ε.ΜΗ., η οποία πραγματοποιεί την εγγραφή του υποκαταστήματος στο Γ.Ε.ΜΗ.
  4. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι παράγραφοι 3 έως 5 του άρθρου 57.».

Άρθρο 59.

Ευθύνη συμβληθέντων

Μέχρι της τηρήσεως των εν τω προηγουμένω άρθρω διατυπώσεων οι επ`ονόματι  της  εταιρείας  συμβληθέντες  ευθύνονται απεριορίστως και εις ολόκληρον.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι1

 ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

 Άρθρο 59α

  1. Διαφορές από την άσκηση ενδίκων βοηθημάτων που θεσπίζονται από τις διατάξεις του νόμου αυτού ανεξάρτητα από το αντικείμενό τους υπάγονται πάντοτε στην αρμοδιότητα του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της εταιρείας.
  2. Η υλική και τοπική αρμοδιότητα που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 ισχύει έστω κι αν αυτή δεν προβλέπεται ρητά στις σχετικές επιμέρους διατάξεις του παρόντος.».

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΑ`.

Ποινικαί Διατάξεις

 Άρθρο 60.

Τιμωρείται διά των ποινών του άρθρου 458 του Ποινικού Κώδικος: 1. Οστις συναλλάσεται ως εκπροσωπών εταιρείαν περιωρισμένης ευθύνης κατά παράβασιν των διατάξεων των άρθρων 16 έως 19 και 47 του παρόντος.

2.Οστις  συναλλάσσεται  ως   εκπροσωπών   αλλοδαπήν   εταιρείαν περιωρισμένης ευθύνης μη κεκτημένην άδειαν εγκαταστάσεως.

3.Πας  εταίρος  ή  διαχειριστής εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης όστις εν γνώσει ποιείται ψευδείς δηλώσεις αφορώσας την  καταβολήν  του εταιρικού κεφαλαίου και τον ισολογισμόν.

4.Οστις  εκ  προθέσεως  παρέλειψε  την  σύνταξιν  του  ετησίου ισολογισμού πέραν της υπό του καταστατικού οριζομένης προθεσμίας.

5.Οστις εν γνώσει συνέταξεν ή ενέκρινεν ισολογισμόν κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος νόμου ή του καταστατικού.

  1. Όστις άνευ  ισολογισμού  ή  κατά παράβασιν αυτού ή δυνάμει ψευδούς ή παρανόμου ισολογισμού επεχείρησε την  διανομήν  κερδών  προς τους εταίρους.
  2. Όστις εκ προθέσεως παρέλειψε να συγκαλέση γενικήν συνέλευσιν κατά παράβασιν του παρόντος ή του καταστατικού.
  3. Όστις παραβαίνει τας διατάξεις του άρθρου 25 του παρόντος.
  4. Όστις λαμβάνει ειδικάς ωφελείας ή υποσχέσεις τοιούτων επί τω σκοπώ όπως εν συνελεύσει των εταίρων ψηφίση καθ` ωρισμένην κατεύθυνσιν ή μη παρευρεθή εν συνελεύσει.
  5. Όστις παρέχει ωφελείας ή υποσχέσεις τοιούτων χάριν των εν τη προηγουμένη περιπτώσει σκοπών.
  6. Ο διαχειριστής εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης ασκούσης επιχείρησιν κατά παράβασιν του άρθρου 3 παρ. 2 του παρόντος.
  7. Ο διαχειριστής ή εταίρος  εταιρείας περιωρισμένης ευθύνης ενεργών πράξεις κατά παράβασιν του άρθρου 20 του παρόντος.
  8. Όστις παραβαίνει την διάταξιν του άρθρου  4  παρ.   5  του παρόντος.
  9. Πας διαχειριστής παραβαίνων τας διατάξεις του παρόντος νόμου περί καταχωρίσεων και δημοσιεύσεων.

Άρθρο 61.

  1. Ανώνυμαι Εταιρείαι  των  οποίων  η  διάρκεια  έληξε  κατά το

 χρονικόν διάστημα από 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι της ισχύος του  παρόντος δύνανται  να  παρατείνωσιν την διάρκειαν των δι` αποφάσεως της γενικής Συνελεύσεως λαμβανομένης εντός έτους από της ισχύος  του  παρόντος.  Η σύγκλησις  της  Γενικής Συνελεύσεως και η λήψις της σχετικής αποφάσεως θα γίνωσι κατά τας διατάξεις του ν. 2190 “περί Ανωνύμων Εταιρειών” και τους όρους του Καταστικού, η δε αποφασισθησομένη παράτασις λογίζεται ως συνέχεια του λήξαντος

Αρθρο 61α.

“1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 23, οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36 του Κ.Ν. 2190/1920, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, εφαρμόζονται υποχρεωτικά για τον τακτικό έλεγχο των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και των ετερορρύθμων κατά μετοχές Εταιρειών, για τις οποίες η εταιρική χρήση αρχίζει μετά την 31η Δεκεμβρίου 1986. Για την πρώτη εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου τα όρια της παρ. 6 του άρθρου 42α του Κ.Ν. 2190/1920 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, είναι αυτά που προκύπτουν από τα βιβλία και στοιχεία της χρήσης που άρχισε πριν απο την 31η Δεκεμβρίου 1986. Το σύνολο του ισολογισμού προκύπτει απο το άθροισμα των στοιχείων του ενεργητικού όπως αυτό εμφανίζεται στον ισολογισμό του τέλους της παραπάνω χρήσης, μετά την αφαίρεση των τυχόν σωρευμένων ζημιών που περιλαμβάνονται στο άθροισμα αυτό.

  1. Οι Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης και οι ετερόρρυθμες κατά μετοχές Εταιρείες, για τις οποίες η εταιρική χρήση αρχίζει μετά την 31 Δεκεμβρίου 1986, είναι υποχρεωμένες να καταρτίζουν τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις και την έκθεση διαχείρισης με βάση τις διατάξεις των άρθρων 22 και 23, όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν.
  2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 36 του Κ.Ν.2190/1920 και των παρ. 1 και 2 του άρθρου 23, όπως τροποποιήθηκαν, καθώς και της παραπάνω παρ. 1, ισχύουν αναλόγως οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 70β του Κ.Ν. 2190/1920.
  3. Οι Εταιρείες Περιορισμένης Ευθύνης που είναι καταχωρισμένες στο βιβλίο Ε.Π.Ε. κάθε Πρωτοδικείου μέχρι την “30 Ιουνίου 1988”, εγγράφονται μέχρι την 30 Ιουνίου 1983 με επιμέλεια του Γραμματέα του Πρωτοδικείου στο Μητρώο Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης που θα τηρείται στο Πρωτοδικείο αυτό.

  Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και στις ετερόρρυθμες κατά μετοχές Εταιρείες που είναι καταχωρισμένες στο βιβλίο Εταιρειών κάθε Πρωτοδικείου,  οι οποίες καταχωρίζονται στο Μητρώο Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης σύμφωνα με τα παραπάνω”.